διαστρώννυμι

διαστρώννυμι
V 0-1-0-0-0=1 1 Sm 9,25
to spread; *1 Sm 9,25 καὶ διέστρωσαν and they spread (a bed)-וירבדו for MT וידבר and he said; neol.?

Lust (λαγνεία). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • διαστρώνω — (Μ), διαστρώννυμι (Α) [στρώνω, στρώννυμι] μσν. σκεπάζομαι σαν με στρώμα («ἄνθη ναρκίσσων κόκκινα, τὰ δένδρα διαστρωμένα») αρχ. 1. στρώνω κρεβάτι 2. καταγράφω σε κτηματολόγιο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”